


ONLY AFTER THE LAST TREE HAS BEEN CUT DOWN, ONLY AFTER THE LAST RIVER HAS BEEN POISONED, ONLY AFTER THE LAST FISH HAS BEEN CAUGHT, ONLY THEN WILL YOU FIND THAT MONEY CANNOT BE EATEN. (CREE INDIAN PROPHECY)
Endless Cities_Redux from D-Fuse on Vimeo.
ΑΝΤΑΡΣΥΑ from tv xoris sinora on Vimeo.
Ορισμένες φορές μπορεί απλώς να είναι ζήτημα συγκυριών. Μπορεί, με άλλα λόγια, να ήταν καθαρή σύμπτωση που τόσο πολύ ταλέντο πρωτοεμφανιζόμενων κινηματογραφιστών συσσωρεύθηκε σε μία και μόνο ταινία και μάλιστα ρωσική, η οποία κατόρθωσε να απασχολήσει τόσο πολύ κόσμο, σε τόσο πολλές διαφορετικές μεριές του πλανήτη. Γιατί η «Επιστροφή» («Vozvrashcheniye») του 39χρονου, σήμερα, σκηνοθέτη Αντρέι Ζβάτζιντσεφ είχε προκαλέσει θετικές συζητήσεις πολύ πριν από τη βράβευσή της με τον Χρυσό Λέοντα στο περυσινό Φεστιβάλ Βενετίας (2003). Πολύ πριν από την εφετινή υποψηφιότητα για τη Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Και όμως, ο Ζβάτζιντσεφ, προτού γυρίσει την «Επιστροφή» ασχολούνταν μόνο με την τηλεόραση, ενώ η ίδια ταινία υπήρξε η πρώτη κινηματογραφική παραγωγή της εταιρείας «Ren Film» του Ντμίτρι Λεσνέφσκι, η οποία ως τότε διέθετε επίσης αποκλειστικώς τηλεοπτικούς προσανατολισμούς. Ελάχιστη κινηματογραφική πείρα είχαν τόσο οι σεναριογράφοι της ταινίας Βλαντίμιρ Μοϊσέενκο και Αλεξάντρ Νοβοτότσκι, ο διευθυντής φωτογραφίας Μικαΐλ Κρίτσμαν αλλά και τα δύο παιδιά που πρωταγωνιστούν εξαιρετικά στην ταινία, ο Βλαντίμιρ Γκάριν (που πέθανε μετά τα γυρίσματα) και ο Ιβάν Ντομπρονράβοβ.
Ενα βότσαλο στον βάλτο
Εν τω μεταξύ, σαν να μην έφταναν όλες αυτές οι «πρωτιές άπειρων», μιλάμε και για μια ταινία που κατορθώνει να μας υπενθυμίσει ότι ο ρωσικός κινηματογράφος (ναι, αυτός!) όχι μόνο συνεχίζει να ζει αλλά μπορεί και να βασιλέψει! Κακά τα ψέματα. H Ρωσία είναι μια χώρα η οποία τα τελευταία χρόνια δεν χαίρει κινηματογραφικών διακρίσεων. Από τη χρονιά που ο Αντρέι Ταρκόφσκι άφησε την τελευταία του πνοή (1987) ως τις ημέρες μας, οι ρωσικές ταινίες με διεθνή απήχηση είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Ολα δείχνουν ωστόσο ότι ο Αντρέι Ζβάτζιντσεφ είναι ένας σκηνοθέτης που ήρθε με σκοπό να μείνει. Και δίχως άλλο, με την «Επιστροφή» δημιούργησε ένα μεγαλειώδες κινηματογραφικό ποίημα, πνεύματος και εικόνων, που την ίδια ώρα πλημμυρίζει από συναίσθημα και ουσία: κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού - οδικού και θαλάσσιου - με προορισμό ένα «αχαρτογράφητο» νησί της Ρωσίας, δύο αδέλφια (Γκάριν, Ντομπρονράβοφ) προσπαθούν να κατανοήσουν τον αμίλητο, αγέλαστο αλλά και σταθερό πατέρα τους (Κoνσταντίν Λαβρονένκο), ο οποίος εμφανίστηκε στη ζωή τους το ίδιο μυστηριωδώς, όσο μυστηριωδώς είχε εξαφανισθεί επί ολόκληρη δεκαετία. Μέσα από αυτό το οδοιπορικό (από το οποίο δεν λείπουν τα καψώνια στα οποία ο τραχύς, άκρως αινιγματικός πατέρας υποβάλλει τα παιδιά του), ο Ζβάτζιντσεφ δημιουργεί ένα αξέχαστο «οικογενειακό πάνελ» και μια ποικιλία συναισθημάτων αντίστοιχη με τα χρώματα του ουράνιου τόξου. Ο κινηματογραφικός λόγος του είναι λιτός και στρωτός, οι ερμηνείες είναι χρυσάφι και τα κάδρα εκπέμπουν μια σχεδόν μυστικιστική δύναμη φέρνοντας στον νου Ταρκόφσκι. «Για έναν ρώσο σκηνοθέτη είναι σχεδόν ακατόρθωτο να μη νιώθει την επίδραση του Ταρκόφσκι στο έργο του» είχε ομολογήσει στη Βενετία ο Ζβάντζιτσεφ. «Γιατί είναι ίσως η πιο ουσιαστική, βαθιά παρουσία στον κινηματογράφο μας. Κολακεύομαι όταν ακούω κριτικούς να εντοπίζουν ομοιότητες, όμως δεν προσπάθησα να αντιγράψω τον Ταρκόφσκι».
Απλώς έγινε σκηνοθέτης...
Στην πρώτη «συνάντηση» του γεννημένου στο Νοβοσίμπρισκ Αντρέι Ζβάτζιντσεφ με την τέχνη του κινηματογράφου «παρών» ήταν ο Μικελάντζελο Αντονιόνι. «Προτού δω τις τρεις πρώτες ασπρόμαυρες ταινίες του Αντονιόνι, ο κινηματογράφος για μένα ήταν διασκέδαση. Από την "Περιπέτεια" και μετά έγινε μαγεία». Ωστόσο, όταν ερωτάται για την κινηματογραφική παιδεία του, ο «νέος Ταρκόφσκι» αναφέρεται περισσότερο σε έναν άνθρωπο «πεινασμένο» για σινεμά, παρά σε έναν σπουδαστή κινηματογράφου με την κλασική έννοια του όρου (στο μυαλό έρχεται ο τρόπος με τον οποίον «σπούδασε» κινηματογράφο ο Κουέντιν Ταραντίνο, παρ' ότι το σινεμά του, ως φόρμα και άποψη, ουδεμία σχέση έχει με του Ζβάτζιντσεφ). «Σπούδασα θεωρία στο ταμείο του Κινηματογραφικού Μουσείου της Μόσχας, όπου αγόραζα βιβλία με απόψεις διαφόρων σκηνοθετών για τον κινηματογράφο» εξηγεί ο Ζβάτζιντσεφ. «H πρακτική μου έγινε στην αίθουσα προβολών του κινηματογραφικού μουσείου Kinocentre στη Μόσχα, όπου ανακάλυψα την ιστορία του κινηματογράφου παρακολουθώντας τις ταινίες των μεγάλων, από τον Ντράιερ και τον Μπουνιουέλ, ως τον Μπρεσόν, τον Μπέργκμαν και τον Γκοντάρ. Οι σπουδές μου με την κλασική έννοια του όρου είναι ελάχιστες, αν και παρακολούθησα κάποια μαθήματα υποκριτικής στο Θεατρικό Κολέγιο της Μόσχας. Είναι τόσο δύσκολο όμως να μιλήσει κανείς για την αιτία που τον οδήγησε να γίνει κάτι - νομίζω ότι αργά ή γρήγορα θα συνέβαινε. Δεν αποφάσισα ποτέ να γίνω σκηνοθέτης. Απλώς, έγινα».
«Δεν επιλέγουμε την εποχή που θα ζήσουμε» Πέντε ερωτήσεις στον ρώσο σκηνοθέτη
- Από τις συνεντεύξεις που έχετε δώσει, γίνεται αντιληπτό ότι αρνείστε να μιλήσετε για το πώς εσείς εισπράττετε την ταινία. Θα θέλατε να μου πείτε για ποιο λόγο κρατάτε τις απόψεις σας για τον εαυτό σας και δεν τις μοιράζεστε με το κοινό;
«Ο,τι ήταν να μοιρασθώ με το κοινό το μοιράστηκα παρουσιάζοντας το έργο μου. Οταν ο Λέων Τολστόι ρωτήθηκε "σε τι αναφέρεται η Αννα Καρένινα;", η απάντησή του ήταν: "αυτή η ερώτηση σημαίνει ότι πρέπει να ξαναγράψω το μυθιστόρημα". Είμαι της γνώμης ότι η "Επιστροφή" έχει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται από ένα έργο ώστε να θεωρηθεί ολοκληρωμένο. Δεν χρειάζεται να προστεθεί τίποτε. Μιλώντας για την ταινία, κατά κάποιον τρόπο νιώθω ότι την υποβιβάζω. Οταν ένας σκηνοθέτης εξηγεί το έργο του, τότε είτε το κοινό την είδε τεμπέλικα είτε εκείνος δεν έκανε καλά τη δουλειά του - προτιμώ το πρώτο».
- Με ποιον από τους τρεις ήρωες της «Επιστροφής» ταυτίζεστε περισσότερο;
«Σίγουρα όχι με τον πατέρα. Νομίζω ότι ταυτίζομαι με τον πρωτότοκο γιο. Με εντυπωσίασε η έξω καρδιά συμπεριφορά του, η απλότητα, η εσωτερική του δύναμη».
- Ενώ γυρίζατε την ταινία, σκεφθήκατε ποτέ ότι η σχέση πατέρα - γιων μπορεί να εκληφθεί ως αλληγορία στη βάση της σύγκρουσης της παλιάς Ρωσίας με τη νέα;
«Θα έλεγα ότι αυτή η ερμηνεία ισχύει κυρίως εκτός Ρωσίας και αυτό μπορεί να το διαπιστώσει κανείς με δύο τρόπους: είτε πρόκειται για παραμόρφωση των διαδικασιών που συμβαίνουν στη χώρα μου είτε, πιθανώς, είναι καλύτερα να το βλέπει κανείς από απόσταση! Σε ό,τι αφορά εμένα, μπορώ να πω ότι τέτοιου τύπου ερωτήματα δεν με ενδιέφεραν όταν σκηνοθετούσα την ταινία. Οταν όμως άκουσα πρώτη φορά αυτήν την ερμηνεία, αντιλήφθηκα ότι ίσως μπορείς, όντως, να βρεις στην ταινία κάποιες αποδείξεις που να στηρίζουν αυτήν την άποψη».
- H «Επιστροφή» έγινε το φεστιβαλικό γεγονός της χρονιάς, κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα πέρυσι στη Βενετία και προτάθηκε για τη Χρυσή Σφαίρα. Ολος αυτός ο θόρυβος που προκλήθηκε σάς προκαλεί άγχος σε σχέση με το αν και η επόμενη ταινία σας τύχει ανάλογης υποδοχής και επιτυχίας;
«Αλλιώς δημιουργείς όταν κανένας δεν σε γνωρίζει και αλλιώς όταν έχεις γίνει γνωστός. Θα ήθελα να επανέλθω στην εποχή που ήμουν άγνωστος και είχα περισσότερη ελευθερία γιατί δεν χρωστούσα τίποτε σε κανέναν. Τώρα με κοιτάζουν όλοι σαν να περιμένουν κάτι σπουδαίο. H Φυσική έχει τον εξής κανόνα: "H παρακολούθηση και μόνο ενός ηλεκτρονίου μπορεί να αλλάξει την τροχιά του". Είναι σημαντικό, πιστεύω, να μη χάσεις την τροχιά σου».
- Είναι δύσκολο αυτές τις ταραγμένες ημέρες να κάνει κανείς κινηματογράφο στη Ρωσία;
«Δεν έχουμε άλλες ημέρες στη Ρωσία. Ισως κατ' αυτόν τον τρόπο να είναι δομημένη αυτή η χώρα. Σε ό,τι αφορά το πρώτο σκέλος της ερώτησής σας, θα τονίσω ότι "είναι ευλογημένος αυτός που βρίσκεται σε αυτόν τον κόσμο στις μοιραίες στιγμές του" (απόσπασμα από ποίημα). Δεν επιλέγουμε εμείς την εποχή που θα ζήσουμε».
Πρόκειται για ένα πολυτελές σκληρόδετο βιβλίο και ένα DVD-ντοκιμαντέρ παραγωγής 2008-09, τα οποία συγκεντρώνουν πρωτότυπο αρχειακό υλικό του National Geographic, συνδυασμένο με ιστορικές μαρτυρίες αλλά και σύγχρονες κινηματογραφικές λήψεις.
Στο βιβλίο και στο ντοκιμαντέρ παρουσιάζονται όλα εκείνα τα συνταρακτικά γεγονότα που συνδέονται με την Επανάσταση του 1821, από την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας στην Οδησσό μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας και τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια.
Το νέο ιστορικό οπτικοακουστικό λεύκωμα του National Geographic περιέχει σπάνια ντοκουμέντα από το πλούσιο αρχείο της National Geographic Society, καθώς και κινηματογραφικό υλικό από όλους τους χώρους στους οποίους εξελίχθηκαν τα γεγονότα: Από την Οδησσό, το Ιάσιο και το Δραγατσάνι της Ρουμανίας μέχρι τις εσχατιές της Ελλάδας αποτυπώνεται και προβάλλεται ξεκάθαρα η ιστορική αλήθεια εκείνης της ταραχώδους εποχής, που αποτελεί μέγιστο σταθμό για την ελληνική ιστορία.
Το λεύκωμα συμπληρώνουν λεπτομερείς χάρτες και εντυπωσιακή εικονογράφηση.Το οπτικοακουστικό λεύκωμα «1821: Ο Ξεσηκωμός του Γένους» κυκλοφορεί στα περίπτερα από τις 20 Μαρτίου μαζί με το τεύχος Απριλίου του National Geographic (περιοδικό + βιβλίο + DVD). Παράλληλα, το λεύκωμα κυκλοφορεί από την ίδια μέρα στα βιβλιοπωλεία σε ειδική πολυτελή έκδοση.
Το έργο παρουσιάζεται σε επίσημη εκδήλωση, σήμερα, Δευτέρα στη Στοά του Βιβλίου, από τον υποδιευθυντή της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, υποστράτηγο Γεώργιο Ευαγγελάτο, τον Επίκουρο Καθηγητή Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ιάκωβο Δ. Μιχαηλίδη και τον διευθυντή του National Geographic (Ελλάδας), καθηγητή Νίκο Μάργαρη.
Πηγή : www.in.gr
«Τίποτα δεν είναι λιγότερο εύκολο να περιγράψει κανείς από το κενό, τίποτα δεν είναι πιο δύσκολο να αποδώσει κανείς από τη μονοτονία», έλεγε ο Στέφαν Τσβάιχ. Φανταστείτε, λοιπόν, ότι σας έχουν καλέσει στα εγκαίνια μιας «αναδρομικής έκθεσης» (τα εισαγωγικά είναι δικά μου, αλλά έχουν τη σημασία τους) στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Κέντρου Πομπιντού, με τίτλο «Κενά». Και ότι βγαίνοντας από την έκθεση, έρχεται η στιγμή να περιγράψετε και να σχολιάσετε στους φίλους σας (που δεν είχαν την ίδια τύχη με σας), ή στους αναγνώστες μιας σοβαρής εφημερίδας, αυτά που «είδατε» πρώτοι. Τι κρύβεται πίσω από τον ελάχιστα υποσχόμενο τίτλο της νέας έκθεσης του δραστήριου, αλλά επουδενί υπεράνω οικονομικής κρίσης, παρισινού μουσείου;
Εννέα αίθουσες εκκωφαντικά (απολαυστικά;) άδειες, με μοναδική «διακόσμηση» εννέα ονόματα καλλιτεχνών και επτά σύντομα επεξηγηματικά κείμενα τυπωμένα στους λευκούς του τοίχους. Δηλαδή, σχεδόν τίποτα. Κοροϊδία με περισπούδαστο περιτύλιγμα; Κακόγουστη φάρσα με τη βούλα ενός υπεράνω αμφισβήτησης θεσμού; Ή μήπως ιδιοφυές εκθεσιακό εύρημα, επιμελητικό έργο τέχνης, απάντηση-πιρουέτα στο πρόβλημα της αναδρομικής παρουσίασης καλλιτεχνικών συμβάντων, εναλλακτική λύση στη «βαρετή» πρακτική της παράθεσης ντοκουμέντων;
Αντιφατική αίσθηση
Η ιλιγγιωδώς αντιφατική αίσθηση έλξης/απώθησης, που υποβάλλει η ιδέα του κενού, έχει κάνει αισθητή την παρουσία της πριν καν αρχίσω να αφηγούμαι το αόρατο όσο και υπέρπυκνο περιεχόμενο των εννέα λευκών αιθουσών του Μπομπούρ. «Οσο κι αν οι άνθρωποι παλεύουν να κατακτήσουν τα πράγματα, λέει ένα κινέζικο απόφθεγμα, εκείνο που τους δίνει νόημα είναι το κενό»...
Αν η απάτη είναι κατά τη γνώμη μου γραμμένη (με λευκά γράμματα) στον ίδιο τον υπότιτλο («Κενά. Μια αναδρομική») μιας διοργάνωσης που διατείνεται ότι «συγκεντρώνει», «εκθέτει» και με αυτόν τον τρόπο «επανενεργοποιεί» καλλιτεχνικά έργα/χειρονομίες, συναρτώμενα εκ φύσεως και προθέσεως με τη συνθήκη που τα γέννησε, η δύναμη και η γενναιοδωρία του «κενού» είναι τέτοια, ώστε οι έξι επιμελητές των «Κενών» να βγαίνουν, φαινομενικά τουλάχιστον, δικαιωμένοι. Το κενό, το τίποτα, η σιωπή, η παύση, είναι λέξεις εξαιρετικά φορτισμένες σημασιολογικά και φαινομενολογικά, αφηρημένες έννοιες που μας φέρνουν αντιμέτωπους με τον χώρο και τον χρόνο, με το πνεύμα και την ύλη, δηλαδή με τις υπαρξιακές και μεταφυσικές μας ανησυχίες. «Ενας κενός χώρος δημιουργεί έναν εξαιρετικά γεμάτο χρόνο», είπε κάποιος κάποτε, ατενίζοντας τους πίνακες του Τζιόρτζιο Ντε Κίρικο.
Αδειάζοντας εννέα αίθουσες στο βάθος του τετάρτου ορόφου του Μπομπούρ, στην πτέρυγα δηλαδή όπου φιλοξενείται η μόνιμη συλλογή σύγρονης τέχνης του μουσείου, ο Ελβετός πρωτοποριακός καλλιτέχνης Τζον Αρμλεντερ, ο νεαρός Γάλλος επιμελητής Ματιέ Κοπλάν και η παρέα τους (Gustav Metzger, Mai-Thu Perret, Clive Phillpot και Laurent Le Bon) καταφέρνουν με το λιγότερο δυνατό κόστος (δεν πληρώνει κανείς επιπλέον εισιτήριο για να δει τα «Κενά», αλλά για να τα «δει» πρέπει να διασχίσει τη μόνιμη συλλογή) να τραβήξουν την προσοχή και τα βήματα των μη υποψιασμένων επισκεπτών, σε μερικά όχι και τόσο γνωστά, αλλά σημαδιακά, επεισόδια της ιστορίας της τέχνης του β΄ μισού του 20ού αιώνα.
Αν για τους Κινέζους βουδιστές το Κενό είναι ο «Δρόμος» της κάθαρσης και της απελευθέρωσης από την τυραννία της ύπαρξης, η σχέση των δυτικών καλλιτεχνών με το κενό ως πραγματικότητα, και όχι ως αναπαράσταση, φέρει το στίγμα μιας σημαντικής ανατροπής των αντιλήψεων μας περί της μορφής. Στη γλώσσα της σύγχρονης τέχνης που καταργεί τα είδη, ένα έργο τέχνης δεν έχει απαραίτητα υλική υπόσταση (γλυπτό, εγκαταστάση, πίνακας κ.λπ.), δεν είναι μόνο δράση, χάπενινγκ, κατάσταση, βίντεο ή περιβάλλον.
«Ας μην κάνουμε τίποτα, και ίσως είναι τέχνη», είχε πει προφητικά ο Αντι Γουόρχολ. Εργο τέχνης μπορεί να είναι μια αφήγηση, ένα κείμενο, οι έννοιες, μια ελάχιστη δράση και οι σκέψεις που εκείνη πυροδοτεί, η ίδια η «έκθεση» ως γεγονός, ή ακόμα, η ίδια η κριτική στάση του καλλιτέχνη απέναντι στο μουσείο και την γκαλερί ως φορείς θεσμοποίησης ή εμπορευματοποίησης της τέχνης.
Ογκος αέρα
Ας πάρουμε για παράδειγμα το The Air-Conditioning Show, 1966-1967, των Βρετανών πρωτοπόρων της εννοιολογικής τέχνης Art & Language, ένα από τα πρώτα, χρονολογικά, «κενά» του Μπομπούρ. Το εν λόγω έργο, η «έκθεση» ενός «όγκου (ελεύθερου) αέρα», υπήρξε αρχικά ως ιδέα (1966), στη συνέχεια παρουσιάστηκε με τη μορφή μιας σειράς «Σημειώσεων πάνω στον Κλιματισμό» (Arts Magazine, 1967) και εν τέλει ως εκθεσιακό γεγονός. Ξεκινώντας από μια αναζήτηση ενός «μοντέλου έκθεσης του μηδέν» οι Τέρι Ατκινσον και Μάικλ Μπάλντουιν εκθέτουν στο κείμενο τους τις σκέψεις τους πάνω στην υπόσταση του έργου τέχνης, ως σημείο, αλλά και ως σώμα (ύλη), τη σχέση του με το ιστορικό ή θεσμικό του πλαίσιο και συγκείμενο. Το παραλειφθέν κείμενο, που όμως θα βρείτε μαζί με άλλα πολύτιμα ντοκουμέντα στον πλούσιο και απαραίτητο κατάλογο της έκθεσης (540 σελ., 39 ευρώ), είναι κατά συνέπεια όχι μόνο μέρος του έργου (βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας '60), αλλά και αυτό που του επιτρέπει να αποκτήσει νόημα.
Οπως μέρος της ιστορικής έκθεσης του Yves Kleiμε τον ερμητικό τίτλο «Η εξειδίκευση της αισθαντικότητας ως πρώτη ύλη σε ζωγραφική αισθαντικότητα στερεοποιημένη» είναι η σκηνοθεσία που είχε σχεδιάσει ο προκλητικός Γάλλος καλλιτέχνης για το βράδυ των εγκαινίων, στις 28 Απριλίου 1958, στην γκαλερί της ελληνίδας Ιρις Κλερτ. Το «φαινομενικά μόνο κενό», όπως έλεγε ο ίδιος, της άδειας λευκής γκαλερί, έφερε την ουσία και την «αισθαντικότητα» του αγαπημένου του «αποϋλοποιημένου» μπλε χρώματος, το περίφημο «Μπλε Klein», με το οποίο είχε φροντίσει να βάψει εξωτερικά τη βιτρίνα και τα παράθυρα της γκαλερί, και να χρωματίσει το (μπλε) κοκτέιλ που προσφερόταν στους καλεσμένους...
Δεν είναι του παρόντος να επεκταθώ εδώ και να αναλύσω τα υπόλοιπα σκηνοθετικά εφέ της υπερβατικής «ατμόσφαιρας» του ροδοσταυρίτη Ιβ Κλεν (όπως το σχέδιο του να φωτίσει με μπλε Κλεν τον οβελίσκο της Place de la Concorde), εκείνο όμως που θέλω να υπογραμίσω είναι οι διαφορετικές, αλλά αλληλένδετες, εκδηλώσεις ενός ακόμη μη επαναλήψιμου έργου/γεγονότος.